Τρίτη 26 Μαρτίου 2024

Γνωστοποίηση δημοσίευσης της 148/2024 απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ, στο πλαίσιο «δίκης-Πιλότου», κατ’ εφαρμογή του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α’213): Η επιβολή του τέλους επιτηδεύματος (άρ. 31 ν. 3986/11, όπως ισχύει) είναι συνταγματική.

 

ΣτΕ Ολ 148/2024

Πρόεδρος: Ευαγγελία Νίκα, Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας

Εισηγητής: Ευσταθία Σκούρα, Σύμβουλος Επικρατείας

 

Συνταγματικό το τέλος επιτηδεύματος

 

Με την 148/2024 απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία εκδόθηκε επί πρότυπης δίκης, κρίθηκε ότι η επιβολή του τέλους επιτηδεύματος του άρθρου 31 του ν. 3986/2011, όπως ισχύει, παραμένει σύμφωνη με το Σύνταγμα και την ΕΣΔΑ.

Ειδικότερα, με την απόφαση αυτή κρίθηκε ότι εν όψει των χαρακτηριστικών του τέλους επιτηδεύματος [χαμηλό ύψος (650 ευρώ ετησίως), πρόβλεψη εξαιρέσεων στον νόμο και μαχητός χαρακτήρας του τεκμηρίου, ώστε να απαλλάσσονται οι φορολογούμενοι για τους οποίους προκύπτει ότι δεν έχει πράγματι κτηθεί το αντίστοιχο εισόδημα], η επιβολή του δεν παραβιάζει τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 5, 17, 25 παρ. 1 εδαφ. δ και 78 του Συντάγματος, τις αρχές της καθολικότητας και της ισότητας του φόρου, την αρχή της αναλογικότητας και το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ.  

 

Τετάρτη 13 Μαρτίου 2024

Διαδικασία άρθρου 1 παρ. 2 του ν. 3900/2010 (Α’ 213) – Γνωστοποίηση της από 6-3-2024 πράξης της Προέδρου του Δ’ Τμήματος του ΣτΕ, ύστερα από προδικαστικό ερώτημα του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης.

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 47-49

ΑΘΗΝΑ 105-64

ΤΜΗΜΑ Δ'

---------------

Αριθ. καταθέσεως: E510/2024       Βοηθός Εισηγητής: Παππά Κυριακή

Εθνικός Αριθμός Υπόθεσης : 2023000648

 

Η Πρόεδρος του Δ' Τμήματος

του Συμβουλίου της Επικρατείας

 

α) Το άρθρο 1 παρ. 2 του ν. 3900/2010 και τα άρθρα 14 παρ. 5, 20 και 21 του π.δ. 18/1989,

β) την από 20/2/2024 αίτηση ακυρώσεως του του Q.R. του P. κατά του Υπ. Μετανάστευσης και Ασύλου και κατά της από 20/9/2022, και με αριθμ. πρωτ. 2022/16061 απόφασης του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης.

και γ) την επί της ανωτέρω αίτησης απόφαση ΑΔ18/2024 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία διατυπώνεται το εξής προδικαστικό ερώτημα : «1. Ο – προβλεπόμενος στην παρ. 3 του άρθρου 10 του ν.4251/2014, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 8 του ν. 4825/2021 – τρόπος επίδοσης της απορριπτικής ή ανακλητικής πράξης και το δημιουργούμενο τεκμήριο επίδοσής της στον ενδιαφερόμενο πολίτη τρίτης χώρας, μετά την παρέλευση 48 ωρών από την αποστολή της σ’ αυτόν με μήνυμα απλού ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, χωρίς την πρόβλεψη συστήματος, το οποίο διασφαλίζει την εξακρίβωση του ακριβούς χρόνου κατά τον οποίο έλαβε χώρα η αποστολή, η παραλαβή και η πρόσβαση στο περιεχόμενο του ηλεκτρονικώς κοινοποιούμενου εγγράφου, συνιστά παραβίαση του δικαιώματος έννομης προστασίας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος; Τούτο δε ιδίως σε περίπτωση κατά την οποία δεν αμφισβητείται μεν η αποστολή του μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου από τη διοικητική αρχή, πλην όμως υποστηρίζεται ότι το μήνυμα αυτό ταξινομήθηκε αυτομάτως ως μήνυμα ανεπιθύμητης αλληλογραφίας και για τον λόγο αυτό δεν αναγνώστηκε εντός του ως άνω τεκμαιρόμενου χρονικού διαστήματος των 48 ωρών. 2. Σε περίπτωση θετικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα, ο προβλεπόμενος στο άρθρο 3 της Υ.Α. 374365/9.11.2021 τρόπος κοινοποίησης ειδοποιήσεων στους πολίτες τρίτων χωρών για ζητήματα που αφορούν την πορεία της αίτησής τους με απλό μήνυμα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας: α) Τηρεί τις προϋποθέσεις που θέτει η εξουσιοδοτική διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 8 του ν. 4251/2014, η οποία ρητώς ορίζει ότι ο καθορισμός της δυνατότητας ηλεκτρονικής επικοινωνίας των πολιτών τρίτων χωρών με τις αρμόδιες υπηρεσίες πρέπει να γίνεται «σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες διατάξεις για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση και τις διαθέσιμες, κατά περίπτωση, τεχνικές δυνατότητες», ενώ η παρ. 4 του άρθρου 29 του – ήδη ισχύοντος κατά τον χρόνο δημοσίευσης της Υ.Α. 374365/9.11.2021 – ν. 4727/2020 περί Ψηφιακής Διακυβέρνησης προβλέπει ότι η επίδοση ή κοινοποίηση δημοσίου εγγράφου με χρήση ΤΠΕ διενεργείται μέσω συστήματος, το οποίο επιτρέπει την εξακρίβωση του ακριβούς χρόνου, κατά τον οποίο έλαβε χώρα η αποστολή, παραλαβή και πρόσβαση στο περιεχόμενο του εν λόγω εγγράφου, συνάγεται δε τεκμήριο πρόσβασης στο περιεχόμενο του εγγράφου δέκα ημέρες από την επίδοση ή κοινοποίηση αυτού, εκτός εάν ο αποδέκτης αποδείξει τη συνδρομή λόγων ανωτέρας βίας που δεν επέτρεψαν την πρόσβαση στο περιεχόμενο του εγγράφου και β) Επιτυγχάνει να εξεύρει μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στο θεμελιώδες δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής των πολιτών τρίτων χωρών, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 8 της ΕΣΔΑ (ιδίως σε περιπτώσεις, όπως η παρούσα, κατά την οποία αποδεικνύεται η μακρόχρονη διαμονή του αιτούντος στη χώρα), και στο δημόσιο συμφέρον για ταχεία, ευχερή και χαμηλού κόστους επικοινωνία με τους ενδιαφερόμενους πολίτες τρίτων χωρών. Αμφότερα τα ανωτέρω ερωτήματα διατυπώνονται, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι, από τα στοιχεία του φακέλου, δεν προκύπτει αφενός εάν ελήφθησαν υπόψη, κατά τη θέσπιση της διαδικασίας ηλεκτρονικής επικοινωνίας ως αποκλειστικής, τυχόν ειδικά χαρακτηριστικά της ενδιαφερόμενης πληθυσμιακής ομάδας, ως προς το επίπεδο ψηφιακού γραμματισμού της,  αφετέρου ότι υπήρξε, εν προκειμένω, οποιαδήποτε ενημέρωση του αιτούντος για την υποχρεωτικότητα και τους εγγενείς κινδύνους αυτού του τρόπου επικοινωνίας».

Εισάγει το ανωτέρω προδικαστικό ερώτημα προς συζήτηση ενώπιον της Επταμελούς Συνθέσεως λόγω σπουδαιότητας.

Ορίζει δικάσιμο την 11η Ιουνίου 2024, ημέρα Τρίτη ώρα 9:30 π.μ. και εισηγητή την Πάρεδρο Χάιδω Ευαγγελίου.

Παραγγέλλει να ανακοινωθεί στον εισηγητή η δικογραφία και να κοινοποιηθούν αντίγραφα της παρούσας πράξεως στους : 1. ΥΠ. ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ & ΑΣΥΛΟΥ με την παράκληση να διαβιβάσει τουλάχιστον 30 ημέρες πριν από τη δικάσιμο στον εισηγητή απευθείας όλα τα σχετικά με την υπόθεση έγγραφα και 2. στον δικηγόρο Χαλκιδικής Ιωάννη Ν. Ράλλη-Καδαλά (ΑΜ 196 Δ.Σ. Χαλκιδικής), ως πληρεξούσιο του ως άνω αιτούντος.

Παραγγέλει τη δημοσίευση της πράξης αυτής στις ημερήσιες εφημερίδες «ΤΑ ΝΕΑ» και «ΕΣΤΙΑ» και την ανάρτησή της στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Η πράξη αυτή συνεπάγεται την αναστολή εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων στις οποίες τίθενται το ίδιο ζήτημα.

 

 

Αθήνα, 6/3/2024

 

Η Πρόεδρος                                              Η Γραμματέας

 

Σπ. Χρυσικοπούλου                                    Φ. Παπαδοπούλου

 

 

Κοινοποίηση:

1) Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων (προκειμένου να μεριμνήσει για τη γνωστοποίηση της πράξης αυτής στα Διοικητικά Δικαστήρια της Χώρας)

2) Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης

Τετάρτη 6 Μαρτίου 2024

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠ'ΑΡΙΘ. 4/1-3-2024 ΠΡΑΞΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1 ΤΟΥ Ν.3900/2010

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

 

ΠΡΑΞΗ 4/2024

της Επιτροπής του άρθρου 1 του ν. 3900/2010

 

Η Επιτροπή του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, αποτελούμενη από την Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Ευαγγελία Νίκα, τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο Ιωάννη Γράβαρη και την Αντιπρόεδρο του καθ’ ύλην αρμόδιου Τμήματος Μαρίνα-Ελένη  Κωνσταντινίδου.

 

αφού έλαβε υπ’ όψιν:

 

α) το άρθρο 1 του ν. 3900/2010,

β) την από 21.2.2024 (ΠΑ5/21.2.2024) αίτηση της ανώνυμης εταιρείας «ΑΣΗΜΑΚΗΣ ΠΟΥΛΙΟΣ-ΜΑΡΜΑΡΑ ΓΡΑΝΙΤΕΣ-ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Α.Ε.» κ.λπ. (συν. 10), με την οποία ζητείται, κατ’ επίκληση του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010, να εισαχθεί προς εκδίκαση στο Συμβούλιο της Επικρατείας η εκκρεμής ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου  Αθηνών αγωγή  αυτών (με αριθμό κατάθεσης ΑΓ896/30.12.2021), το αίτημα της οποίας είναι η αναγνώριση της υποχρεώσεως του Ελληνικού Δημοσίου και του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού να καταβάλει σε κάθε μία από τις αιτούσες, ως αποζημίωση κατά τις διατάξεις περί αστικής ευθύνης του κράτους σύμφωνα με τα άρθρα 105 και 106 του ΕισΝΑΚ, ποσά που αντιστοιχούν στην προβλεπόμενη στο άρθρο 21 του ν. 1767/1988 και των κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου αυτού εκδοθεισών κοινών υπουργικών αποφάσεων οικονομική ενίσχυση για τα έτη 2016-2019 παρεχόμενη από τον Οργανισμό Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού για την κάλυψη ποσοστού του καταβληθέντος κόστους μισθοδοσίας επιχειρήσεων εγκατεστημένων σε παραμεθόριες περιοχές, η οποία καταργήθηκε αναδρομικά από 1.1.2016 με το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 4706/2020. Οι αιτούσες ζητούν επίσης με την ανωτέρω αγωγή τους την καταβολή χρηματικής ικανοποιήσεως για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν λόγω της αναδρομικής κατάργησης της προαναφερομένης οικονομικής ενισχύσεως. Με την υπό κρίση  αίτηση προβάλλεται ότι με την ανωτέρω αγωγή τίθεται το γενικότερου ενδιαφέροντος ζήτημα, το οποίο έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων, της συμβατότητας του άρθρου 87 παρ. 1 του ν. 4706/2020, με το οποίο καταργήθηκαν από 1.1.2016 το άρθρο 21 του ν. 1767/1988 καθώς και οι κανονιστικές διοικητικές πράξεις που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότησή του, προς το άρθρο 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. και την συνδρομή λόγων δημοσίου συμφέροντος που θα δικαιολογούσαν την επέμβαση στα περιουσιακά δικαιώματα των αιτουσών, προς το άρθρο 106 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο προβλέπει την υποχρέωση λήψης μέτρων προαγωγής της οικονομίας των παραμεθόριων περιοχών, και προς τα άρθρα 43 παρ. 2 και 44 παρ. 1 του Συντάγματος σε συνδυασμό με τα άρθρα 26, 73 επ. και 95 παρ. 1 και 5 του Συντάγματος, λόγω της, κατά τους ισχυρισμούς των αιτουσών, αναδρομικής κύρωσης με την ως άνω νομοθετική διάταξη της ακυρωθείσας με την υπ’ αριθμ. 205/2020 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας υπ` αριθμ. 13311/273/21.3.2016 απόφασης του Υφυπουργού Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού και των Αναπληρωτών Υπουργών Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών, με την οποία είχαν καταργηθεί οι κοινές υπουργικές αποφάσεις, οι οποίες είχαν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 21 του ν. 1767/1988. Προβάλλεται δε περαιτέρω ότι το ζήτημα αυτό έχει συνέπειες για ευρύτερο κύκλο προσώπων δεδομένου ότι αφορά όλες τις βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές, κτηνοτροφικές βιοτεχνικού χαρακτήρα, ξενοδοχειακές και ναυτιλιακές επιχειρήσεις, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στις παραμεθόριες περιοχές των νομών Ξάνθης, Ροδόπης, `Εβρου, Λέσβου, Χίου, Σάμου, Δωδεκανήσου, Θεσπρωτίας, Ιωαννίνων,  Καστοριάς, Φλώρινας, Πέλλης, Κιλκίς, Σερρών, Δράμας, Καβάλας, καθώς και των επαρχιών Καλαμάτας και Μεσσήνης του νομού Μεσσηνίας, και οι οποίες στερούνται αναδρομικά την παροχή της οικονομικής ενίσχυσης του άρθρου 21 του ν. 1767/1988.

γ) το γεγονός ότι για την αίτηση αυτή έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθ. 653443914954 0819 0005 και 653509968954 0819 0080 κωδικοί ηλεκτρονικού παραβόλου).

 

αποφασίζει

 

Την αποδοχή του ανωτέρω αιτήματος, διότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 1 του ν. 3900/2010.

δ ι α τ ά σ σ ε ι

 

1. Να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας η με αριθμό κατάθεσης ΑΓ896/30.12.2021 αγωγή, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών,

2. Να αποδοθεί στις αιτούσες το κατατεθέν για την υποβολή της παρούσας αίτησης παράβολο, και

3. Να δημοσιευθεί η πράξη αυτή στις ημερήσιες εφημερίδες «ΤΑ ΝΕΑ» και «ΕΣΤΙΑ»  και να αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

Η παρούσα πράξη συνεπάγεται την αναστολή εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων, στις οποίες ανακύπτει το ίδιο ζήτημα.

 

Αθήνα, 1 Μαρτίου 2024

 

Ευαγγελία Νίκα                 Ιωάννης Γράβαρης        Μαρίνα-Ελένη Κωνσταντινίδου

 

Κοινοποίηση:

1) Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων (προκειμένου να μεριμνήσει για την γνωστοποίηση της πράξεως στα Διοικητικά Δικαστήρια της Χώρας).

2) Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών.

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠ'ΑΡΙΘ. 3/1-3-2024 ΠΡΑΞΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 1 ΤΟΥ Ν.3900/2010

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

 

ΠΡΑΞΗ 3/2024

της Επιτροπής του άρθρου 1 του ν. 3900/2010

 

H Επιτροπή του άρθρου 1 του ν. 3900/2010, αποτελούμενη από την Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας Ευαγγελία Νίκα, τον αρχαιότερο Αντιπρόεδρο Ιωάννη Γράβαρη και την Αντιπρόεδρο του καθ’ ύλην αρμόδιου Τμήματος Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, 

 

αφού έλαβε υπ΄ όψιν:

 

α) το άρθρο 1 του ν. 3900/2010,

β) την από 6.2.2024 αίτηση (ΠΑ 4/6.2.2024) του νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «ΑΚΜΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΟΛΛΕΓΙΟ Α.Ε.», με την οποία ζητείται, κατ’ επίκληση του άρθρου 1 παρ. 1 του ν. 3900/2010, να εισαχθεί προς εκδίκαση στο Συμβούλιο της Επικρατείας η με αριθμό κατάθεσης ΑΚ342/2023 αίτηση ακυρώσεως, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Διοικητικού Εφετείο Αθηνών. Με την ανωτέρω αίτηση ακυρώσεως, η οποία έχει ασκηθεί από το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Πανελλήνιος Σύλλογος Φυσικοθεραπευτών», και στη δίκη έχει ασκήσει παρέμβαση το αιτούν ν.π.ι.δ. (αρ. καταθέσεως Διοικητικού Εφετείου Αθηνών: Π77/6.2.2024) ζητείται η ακύρωση της 82218/Κ4/5.2.2023 πράξης του Προϊσταμένου του Αυτοτελούς Τμήματος Εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας (Α.Τ.Ε.Ε.Ν.) του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων με την οποία αναγνωρίσθηκε η επαγγελματική ισοδυναμία του πτυχίου BSc in Physiotherapy από το Πανεπιστήμιο Queen Margaret της Σκωτίας σε συνεργασία με το Μητροπολιτικό Κολλέγιο. Με την υπό κρίση αίτηση προβάλλεται ότι με την αίτηση ακυρώσεως του «Πανελληνίου Συλλόγου Φυσικοθεραπευτών» τίθενται νομικά ζητήματα που αφορούν στο εάν α. η προβλεπόμενη στο άρθρο 2 παρ. 3 του π.δ. 38/2010 (Α΄ 78) διαδικασία αναγνωρίσεως της επαγγελματικής ισοδυναμίας τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης μπορεί να εφαρμοσθεί σε νομοθετικώς ρυθμιζόμενα επαγγέλματα και β. η εφαρμογή της διαδικασίας αυτής σε κατόχους τίτλων τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης ιδρυμάτων τρίτης χώρας, η οποία δεν είναι κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι αντίθετη προς το άρθρο 16 του Συντάγματος, ζητήματα τα οποία έχουν συνέπειες σε ευρύτερο κύκλο προσώπων και συγκεκριμένα σε όσους επιθυμούν να ασκήσουν νομοθετικώς ρυθμιζόμενα επαγγέλματα κατόπιν αναγνωρίσεως της επαγγελματικής ισοδυναμίας του τίτλου τους, σε περίπτωση που γίνει δεκτό ότι τα επαγγέλματα αυτά εξαιρούνται από την ως άνω διαδικασία και περαιτέρω, στους κατόχους τίτλων σπουδών που χορηγούνται από ιδρύματα τυπικής ανώτατης εκπαίδευσης τρίτης χώρας, σε περίπτωση που κριθεί η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 3 του π.δ. 38/2010 αντίθετη στο άρθρο 16 του Συντάγματος.

γ) το γεγονός ότι για την αίτηση αυτή έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο (υπ’ αριθ. 648724441954 0805 0055 και 648650620954 0805 0058 κωδικοί πληρωμής ηλεκτρονικού παραβόλου).

 

αποφασίζει

 

Την αποδοχή του ανωτέρω αιτήματος, διότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 1 του ν. 3900/2010.

 

δ ι α τ ά σ σ ε ι

 

1. Να εισαχθεί στο Συμβούλιο της Επικρατείας η με αριθμό κατάθεσης ΑΚ342/2023 αίτηση ακυρώσεως, η οποία εκκρεμεί ενώπιον του Διοικητικού Εφετείο Αθηνών.

2. Να αποδοθεί στο αιτούν το κατατεθέν για την υποβολή της παρούσας αιτήσεως παράβολο.

3. Να δημοσιευθεί η πράξη αυτή στις ημερήσιες εφημερίδες «ΤΑ ΝΕΑ» και «ΕΣΤΙΑ» και να αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου της Επικρατείας.

 

Η παρούσα πράξη συνεπάγεται την αναστολή εκδίκασης των εκκρεμών υποθέσεων, στις οποίες ανακύπτει το ίδιο ζήτημα.

 

Αθήνα,  1 Μαρτίου 2024

 

   

Ευαγγελία Νίκα                 Ιωάννης Γράβαρης        Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου

 

 

Κοινοποίηση:

1) Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων (προκειμένου να μεριμνήσει για την γνωστοποίηση της πράξεως στα Διοικητικά Δικαστήρια της Χώρας).

2) Διοικητικό Εφετείο Αθηνών.

Κίνηση της διαδικασίας πληρώσεως τεσσάρων (4) θέσεων Συμβούλων Επικρατείας, με προαγωγή δικαστών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων.

 

                                                                                   

Ε Λ Λ Η Ν Ι Κ Η   Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α                         Αθήνα, 6 Μαρτίου 2024

ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ                  Αριθ. Πρωτ.: 1261

ΤΩΝ ΤΑΚΤΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ

           ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ

 

 

                                                                                                              ΠΡΟΣ:

                                                                                      Τα Διοικητικά Εφετεία της Χώρας

 

 

Κίνηση της διαδικασίας πληρώσεως τεσσάρων (4) θέσεων Συμβούλων Επικρατείας, με προαγωγή δικαστών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων.

 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ

 

              1. Στην παράγραφο 6 του άρθρου 88 του Συντάγματος ορίζεται ότι: «…Οι δικαστές των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων προάγονται στο βαθμό του Συμβούλου της Επικρατείας και στο ένα πέμπτο των θέσεων, όπως νόμος ορίζει». Εξάλλου, στο άρθρο 78 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (ν. 4938/2022, Α΄ 109), ορίζονται τα εξής: «1. Οι θέσεις των Συμβούλων της Επικρατείας καλύπτονται κατά το ένα πέμπτο (1/5) με προαγωγή δικαστών των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στην παρ. 2 του παρόντος και στο άρθρο 79. 2. Σε Σύμβουλο της Επικρατείας προάγεται, ύστερα από αίτησή του και εφόσον δεν συμπληρώνει το εξηκοστό τρίτο (63ο) έτος της ηλικίας του έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους κένωσης ή σύστασης της θέσης, πρόεδρος εφετών διοικητικών δικαστηρίων ή εφέτης διοικητικών δικαστηρίων, με επτά (7) τουλάχιστον έτη υπηρεσίας στον βαθμό του εφέτη και συνολική πραγματική δικαστική υπηρεσία είκοσι έξι (26) τουλάχιστον ετών στα διοικητικά δικαστήρια. Δεν κρίνεται προς προαγωγή εφέτης τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, εφόσον: α) ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας του στους βαθμούς του προέδρου πρωτοδικών διοικητικών δικαστηρίων και του εφέτη διοικητικών δικαστηρίων είναι μικρότερος ή ίσος από τον αντίστοιχο χρόνο υπηρεσίας του αρχαιότερου παρέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας στον βαθμό αυτόν, β) ο συνολικός χρόνος υπηρεσίας του είναι μικρότερος ή ίσος του συνολικού χρόνου υπηρεσίας του αρχαιότερου παρέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας και γ) έχει αποφοιτήσει από την σειρά της ΕΣΔι που αποφοίτησε και ο αρχαιότερος πάρεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας. 3. Το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο της Διοικητικής Δικαιοσύνης, εκτιμώντας τις ανάγκες της υπηρεσίας, μπορεί, κατ’ εξαίρεση, να κρίνει ως προακτέο δικαστικό λειτουργό που έχει τα νόμιμα προσόντα και χωρίς αίτησή του.». Περαιτέρω, στο άρθρο 79 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, ορίζονται τα εξής: «1. Η διαδικασία πλήρωσης θέσης Συμβούλου της Επικρατείας με προαγωγή δικαστή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων κινείται με ανακοίνωση του Γενικού Επιτρόπου της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Η ανακοίνωση αποστέλλεται στα διοικητικά εφετεία της χώρας και αναρτάται αμέσως από τον γραμματέα κάθε εφετείου στο οικείο δικαστικό κατάστημα. Για την ανάρτηση συντάσσεται έκθεση που διαβιβάζεται στον Γενικό Επίτροπο. Η ανακοίνωση αποστέλλεται, το ταχύτερο δυνατόν, μετά την κένωση της θέσης ή τη σύσταση νέας θέσης. …. Με την ανακοίνωση καλούνται οι ενδιαφερόμενοι που έχουν τα νόμιμα προσόντα να υποβάλουν αίτηση στον Γενικό Επίτροπο της Επικρατείας μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επομένη της ανάρτησης της ανακοίνωσης».

              2. Κατ’ εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων και ενόψει της πληρώσεως, με προαγωγή δικαστών των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, τεσσάρων (4) θέσεων Συμβούλων Επικρατείας [μία (1) λόγω αποχωρήσεως από την υπηρεσία στις 30-6-2023, με τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας, της Συμβούλου Επικρατείας Ιφιγένειας Αργυράκη, δύο (2) προϋφιστάμενων, μετά την έκδοση της 22/2023 απόφασης του Ανώτατου Δικαστικού Συμβουλίου Διοικητικής Δικαιοσύνης και μία (1) η οποία πρόκειται να προκύψει με την αποχώρηση από την υπηρεσία, στις 30-6-2024, λόγω συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας, της Συμβούλου Επικρατείας Ελένης Παπαδημητρίου], ανακοινώνουμε με την παρούσα την κίνηση της σχετικής διαδικασίας και καλούμε τους Προέδρους Εφετών και τους Εφέτες των Διοικητικών Εφετείων της Χώρας, που έχουν τα νόμιμα προσόντα και επιθυμούν να κριθούν για την πλήρωση των θέσεων αυτών, να υποβάλουν αίτηση προς τον Γενικό Επίτροπο, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την επομένη της αναρτήσεως της ανακοινώσεως αυτής, στο δικαστικό κατάστημα του Διοικητικού Εφετείου που υπηρετούν.

              3. Για την ανάρτηση της παρούσας στο οικείο δικαστικό κατάστημα καθώς και για τη σύνταξη και αποστολή της σχετικής εκθέσεως στον Γενικό Επίτροπο, παρακαλούμε να επιμεληθούν οι Προϊστάμενοι Διεύθυνσης της Γραμματείας των Διοικητικών Εφετείων.

                                                                                                  


                                                                                                Ο Γενικός Επίτροπος

 

                                                                                                Ιωάννης Συμεωνίδης

                                   

                                                      

Τρίτη 20 Φεβρουαρίου 2024

Γνωστοποίηση απόφασης ΣτΕ Α΄ 7μ. 2194/2023.

 ΣτΕ Α΄ 7μ. 2194/2023 

 Πρόεδρος: Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος  

 Εισηγήτρια: Χαρίκλεια Χαραλαμπίδη, Πάρεδρος 

 I. Κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρ. 113  ΚΔΔ νομιμοποιείται να παρέμβει προσθέτως σε εκκρεμή ουσιαστική δίκη για να υποστηρίξει ορισμένο διάδικο το πρόσωπο για το οποίο η θετική  υπέρ του διαδίκου αυτού έκβαση της δίκης συνεπάγεται άμεσα ευνοϊκές έννομες συνέπειες σε συγκεκριμένα δικαιώματα ή υποχρεώσεις του προσώπου που παρεμβαίνει. Συνεπώς, προκειμένου περί σωματείου, μόνο το υπαγορευόμενο από τους καταστατικούς σκοπούς του ενδιαφέρον για την υπόθεση ή τα συμφέροντα των μελών του δεν αρκεί, καταρχήν, για τη θεμελίωση του εννόμου συμφέροντός του να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση υπέρ των τελευταίων. Ειδικώς όμως στο πλαίσιο της κατ’ άρθρ. 1 του ν. 3900/2010 πιλοτικής δίκης, στην οποία τίθενται ζητήματα γενικότερου ενδιαφέροντος, παραδεκτώς ασκείται η κατ’ άρθρ. 113 του ΚΔΔ πρόσθετη παρέμβαση από σωματείο προς υποστήριξη αγωγής μελών του, με την οποία εγείρονται αξιώσεις συνδεόμενες με ασφαλιστικά δικαιώματά τους, εφόσον το παρεμβαίνον σωματείο έχει ως σκοπό την προάσπιση των εν λόγω δικαιωμάτων. Συνεπώς, το σωματείο που έχει ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση στην παρούσα πιλοτική δίκη χωρίς να ισχυρίζεται ούτε να αποδεικνύει ότι είναι διάδικος σε εκκρεμή ενώπιον των δικαστηρίων της ουσίας δίκη, στην οποία τίθεται ένα ή περισσότερα από τα ζητήματα της παρούσας δίκης κατά τα οριζόμενα στο άρθρ. 1 του ν. 3900/2010, παραδεκτώς παρεμβαίνει προσθέτως υπέρ  των εναγόντων  μελών του κατ’ επίκληση του καταστατικού σκοπού του, ο οποίος συνίσταται στη διαφύλαξη και προαγωγή των οικονομικών, ασφαλιστικών και συνδικαλιστικών συμφερόντων των μελών του.

 

II. Από τα άρθρ. 1, 2 και 3 του Καταστατικού του αλληλοβοηθητικού σωματείου με την επωνυμία Ταμείο Υγείας Προσωπικού της Αγροτικής Τράπεζας (ΤΥΠΑΤΕ), 1, 4, 5, 6, 9 και 11 του Κανονισμού με τον οποίο συνεστήθη ο Ειδικός Λογαριασμός Βοηθημάτων Μελών του ΤΥΠΑΤΕ, 1, 8, 10 και 17 του Κανονισμού με τον οποίο συνεστήθη ο Ειδικός Λογαριασμός Επικούρησης Μελών (ΕΛΕΜ) του ΤΥΠΑΤΕ, 25 και 27 του Καταστατικού του νπδδ με την επωνυμία Ταμείο Συντάξεων και Προνοίας Προσωπικού Αγροτικής Τράπεζας (ΤΣΠ-ΑΤΕ) και 69 του Οργανισμού της ΑΤΕ, σε συνδυασμό με τα άρθρ. 12 του ν. 1405/1983, 10 ν. 1902/1990 και 2 παρ. 4 του ν. 2084/1992, συνάγεται ότι ο ΕΛΕΜ λειτουργεί ως φορέας υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης, με βάση το διανεμητικό σύστημα και καθ’ υποκατάσταση του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης Μισθωτών (ΕΤΕΑΜ) και εν συνεχεία του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης (ΕΤΕΑ) και του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ Παροχών (ΕΤΕΑΕΠ), αντιμετωπιζόμενος από τον νομοθέτη ως ομόλογος προς τους δημόσιους ασφαλιστικούς φορείς. Περαιτέρω, από τα άρθρα  58 παρ. 1 του ν. 3371/2005 και 38 παρ. 2 του ν. 3522/2006 συνάγεται ότι οι ασφαλισμένοι του ΤΥΠΑΤΕ – ΕΛΕΜ, οι οποίοι είχαν προσληφθεί σε πιστωτικό ίδρυμα μέχρι 31.12.2004, καθώς και οι  συνταξιούχοι του πιο πάνω Ταμείου κατέστησαν από την 1η.1.2007 ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι, αντιστοίχως, του Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων (ΕΤΑΤ), οι δε υποχρεώσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων προς τους επικουρικούς ασφαλιστικούς φορείς των υπαλλήλων τους μετατράπηκαν από υποχρεώσεις προς κάλυψη των ελλειμμάτων των ασφαλιστικών αυτών φορέων σε υποχρεώσεις προς καταβολή εισφορών στους εν λόγω φορείς, είτε ως ποσοστό επί των αποδοχών είτε ως εφάπαξ ποσό καταβαλλόμενο σε δόσεις, το ύψος των οποίων καθορίστηκε κατόπιν ειδικής οικονομικής μελέτης. Σύμφωνα με τα άρθρα 61 του ν. 3371/2005 και 3 του π.δ. 209/2006, οι πρώην ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του ΤΥΠΑΤΕ - ΕΛΕΜ, μετά την υπαγωγή τους στην ασφάλιση του ΕΤΑΤ, συνέχισαν να διέπονται από τις διατάξεις του Κανονισμού του ΕΛΕΜ, που ίσχυαν κατά τον χρόνο της υπαγωγής τους στο ΕΤΑΤ, και δικαιούνταν επικουρική σύνταξη με βάση τις προβλεπόμενες στον Κανονισμό αυτό προϋποθέσεις, το δε ΕΤΑΤ, ως ιδιόμορφος δημόσιος φορέας κοινωνικής ασφάλισης, ανέλαβε τη διεκπεραίωση των ασφαλιστικών υποθέσεων των προσώπων αυτών, εισπράττοντας τις εισφορές και καταβάλλοντας τις παροχές, που προβλέπονταν κατά περίπτωση, κατ’ εφαρμογή των καταστατικών διατάξεων του ΤΥΠΑΤΕ – ΕΛΕΜ. Ακολούθως, σύμφωνα με τα άρθρ. 47 παρ. 1 του ν. 4052/2012 και 84 παρ. 1 και 2 του ν. 4387/2016 και με δεδομένη τη μη κατάρτιση των προβλεπόμενων στις διατάξεις αυτές Κανονισμών Ασφάλισης και Παροχών του ΕΤΕΑ και του ΕΤΕΑΕΠ, αντιστοίχως, τα άρθρα 10, 15 και 17  του Κανονισμού ΕΛΕΜ, με τα οποία ρυθμίζονται θέματα σχετικά με την καταβολή της επικούρησης στους ασφαλισμένους και συνταξιούχους του ΤΥΠΑΤΕ – ΕΛΕΜ που κατέστησαν ασφαλισμένοι και συνταξιούχοι του ΕΤΕΑ και στη συνέχεια του ΕΤΕΑΕΠ, συνέχισαν να διέπουν τα πρόσωπα αυτά.

 III. Από τη φραστική διατύπωση του άρθρου 10 του Κανονισμού ΕΛΕΜ, το οποίο αναφέρεται μόνο στον χρόνο της (οικονομικής) επιβάρυνσης του ειδικού λογαριασμού και όχι στην «απώλεια» ή την «λήξη» του δικαιώματος των συνταξιούχων στην επικούρηση και το οποίο παραπέμπει στο άρθρο 69 του Οργανισμού της ΑΤΕ,  συνάγεται ότι με το άρθρο 10 του Κανονισμού ΕΛΕΜ δεν θεσπίζεται επικουρική σύνταξη περιορισμένης διάρκειας που ισούται με τη χρονική διάρκεια καταβολής εισφορών εργοδότη και ασφαλισμένου προς τον ΕΛΕΜ, αλλά ρυθμίζεται αποκλειστικά και μόνο το ζήτημα της χρηματοδότησης της συνταξιοδοτικής παροχής που χορηγούνταν στα υπαγόμενα στην ασφάλιση του ΕΛΕΜ πρόσωπα, με κατανομή της συνταξιοδοτικής δαπάνης των προσώπων αυτών μεταξύ, αφενός, του ασφαλιστικού κεφαλαίου του ΕΛΕΜ που συσσωρευόταν από τις εισφορές εργοδότη (ΑΤΕ) και εργαζομένων και τους λοιπούς πόρους που προβλέπονται στο άρθρο 8 του Κανονισμού και, αφετέρου, της αυτοτελούς χρηματοδότησης της ΑΤΕ, η οποία καταβαλλόταν κατ’ ουσίαν ως πρόσθετη εν ευρεία εννοία εργοδοτική εισφορά, διασφαλίζοντας έτσι τη συνέχιση της καταβολής της συνταξιοδοτικής παροχής του ΕΛΕΜ καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιζόμενου κινδύνου, σύμφωνα άλλωστε και με το άρθρο 26 της υπ’ αριθμ. 102 Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας, κυρωθείσας με τον ν. 3251/1955. Εξάλλου, η κατάργηση του Οργανισμού της ΑΤΕ με το άρθρ. 29 παρ. 2 του μεταγενέστερου ν. 4141/2013 δεν ασκεί επιρροή στο κανονιστικό περιεχόμενο του άρθρου 10 του Κανονισμού ΕΛΕΜ, στο οποίο έχει ενσωματωθεί το περιεχόμενο του άρθρου 69 του Οργανισμού της ΑΤΕ,  όπως  είχε κατά τον χρόνο της παραπομπής, και το οποίο, έχοντας αυτοτελή ύπαρξη, παραμένει αμετάβλητο. Συνεπώς, το εναγόμενο παρανόμως έπαυσε να τους καταβάλει επικουρική σύνταξη, κατ’  επίκληση του άρθρου 10 του Κανονισμού ΕΛΕΜ, το οποίο έχοντας την προεκτεθείσα έννοια δεν αντίκειται σε καμία συνταγματική ή άλλη υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη.

 

 

Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2024

Γνωστοποίηση της απόφασης 2434/2023 του Δ΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας: Πιλοτική δίκη - Ένδικο βοήθημα κατά της βεβαίωσης απαιτήσεων του Δημοσίου μετά την κατάπτωση εγγύησής του - Ιδιωτική διαφορά.

ΣτΕ Δ΄ 7μ 2434/2023

Πρόεδρος: Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος

Εισηγητής: Ιωάννης Παπαγιάννης, Πάρεδρος

 

Πιλοτική δίκη - Ένδικο βοήθημα κατά της βεβαίωσης απαιτήσεων του Δημοσίου μετά την κατάπτωση εγγύησής του - Ιδιωτική διαφορά.

 

 

1) Με την παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου (κατά τον ν. 2322/1995), η οποία έχει σκοπό την εξασφάλιση δανείων πιστωτικών ιδρυμάτων σε επιχειρήσεις, γεννάται παρεπόμενη ενοχή, η φύση της οποίας καθορίζεται βάσει της κύριας έννομης σχέσης του δανείου.

 

2) Εφ' όσον η σχέση του δανείου διέπεται καθ' ολοκληρίαν από το ιδιωτικό δίκαιο, την ίδια φύση έχει και κάθε απαίτηση απορρέουσα από την παρεπόμενη σχέση της εγγύησης, όπως οι εξ αναγωγής απαιτήσεις του Δημοσίου, το οποίο υπεισέρχεται μετά την κατάπτωση της εγγύησης στη θέση του δανειστή, κατά του πρωτοφειλέτη και των τυχόν συνεγγυητών του.

 

3) Η φύση των δικαστικών διαφορών που ανακύπτουν στο πλαίσιο κάθε έννομης σχέσης που χαρακτηρίζεται ως «εγγύηση» εξαρτάται αποκλειστικά από τη φύση της κύριας έννομης σχέσης, την οποία εξασφαλίζει η εγγύηση, και όχι από τον σκοπό στον οποίο αποβλέπει η χορήγηση της εγγύησης. Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη εγγύηση χορηγήθηκε ως μορφή κρατικής ενίσχυσης προς επιχειρήσεις δεν ασκεί επιρροή σε σχέση με τη φύση της διαφοράς.

 

4) Επομένως η διαφορά είναι ιδιωτική, υπαγόμενη στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων.

 

5) Αρμόδια δικαστήρια για την υποβολή τυχόν προδικαστικών ερωτημάτων στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι τα έχοντα αρμοδιότητα για την εκδίκαση της διαφοράς στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας τους. Προδικαστικό ερώτημα, την υποβολή του οποίου ζήτησαν οι διάδικοι, από δικαστήριο στερούμενο δικαιοδοσίας θα ήταν προδήλως υποθετικής φύσεως σε σχέση με την έκβαση της δίκης.

 

6) Επιλύει το τεθέν ζήτημα δικαιοδοσίας υπέρ των πολιτικών δικαστηρίων και απορρίπτει ως απαράδεκτο το ένδικο βοήθημα.

 

Γνωστοποίηση της απόφασης του ΣτΕ Ολ 2325/2023: Ζητήματα ν. 4412/2016: (Α) Το ΕΕΕΣ λειτουργεί ως προκαταρκτική μόνο απόδειξη και όχι ως οριστική απόδειξη. (Β) Aποδεικτικά μέσα συμμόρφωσης με πρότυπα διασφάλισης ποιότητας - Πιστοποιητικά σύμφωνα με κανονισμό 765/2008.

 ΣτΕ 2325/2023 Ολομ

Πρόεδρος: Ευ. Νίκα, Πρόεδρος ΣτΕ

Εισηγητής: Ο. Παπαδοπούλου, Σύμβουλος της Επικρατείας

 

Επιλύονται ζητήματα του νόμου 4412/2016, κατά το άρθρο 1 του ν. 3900/2010: (Α) Το ΕΕΕΣ λειτουργεί στο στάδιο υποβολής της προσφοράς ως προκαταρκτική μόνο απόδειξη και όχι ως οριστική απόδειξη. (Β) Οι οικονομικοί φορείς οφείλουν να προσκομίζουν, ως αποδεικτικά μέσα προς απόδειξη της συμμόρφωσής τους με τα απαιτούμενα πρότυπα-συστήματα διασφάλισης ποιότητας, πιστοποιητικά εκδιδόμενα από φορείς διαπιστευμένους σύμφωνα με τον κανονισμό 765/2008. 

 (Α) Κατά τις διατάξεις της οδηγίας 2014/24 και του ν. 4412/2016: Ο έλεγχος της συνδρομής ή μη λόγων αποκλεισμού και της πλήρωσης των προϋποθέσεων συμμετοχής των διαγωνιζομένων λαμβάνει χώρα σε τρία χρονικά στάδια της διαγωνιστικής διαδικασίας: (α) κατά τον χρόνο υποβολής των προσφορών, ως προς όλους τους διαγωνιζόμενους οικονομικούς φορείς με τον έλεγχο  του ΕΕΕΣ που έχουν υποβάλει, (β) κατά την ανακήρυξη του προσωρινού αναδόχου, μόνο ως προς τον προσφέροντα στον οποίο πρόκειται να γίνει η κατακύρωση [τον προσωρινό ανάδοχο] με τον έλεγχο των δικαιολογητικών που αποδεικνύουν την μη συνδρομή λόγων αποκλεισμού και την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής, τόσο στο αρχικό στάδιο υποβολής της προσφοράς του όσο και κατά τον μεταγενέστερο χρόνο της ανακήρυξης αυτού σε προσωρινό ανάδοχο, και (γ) κατά την κατακύρωση και τη σύναψη της σύμβασης μόνο ως προς τον οριστικό ανάδοχο. Το ΕΕΕΣ και τα έγγραφα και πιστοποιητικά εν γένει, με βάση τα οποία πραγματοποιείται ο έλεγχος, έχουν ως περίοδο αναφοράς τα ανωτέρω χρονικά σημεία, προκειμένου οι αναθέτουσες αρχές να διαθέτουν επικαιροποιημένη πληροφόρηση. Συνακόλουθα, ως προς τους λόγους αποκλεισμού και τις προϋποθέσεις συμμετοχής στη διαγωνιστική διαδικασία, ο προσωρινός ανάδοχος, κατόπιν της πρόσκλησης που του απευθύνεται σύμφωνα με το άρθρο 103 του ν. 4412/2016, πρέπει να προσκομίσει τα προβλεπόμενα στο άρθρο 80 του ν. 4412/2016 αποδεικτικά μέσα, από τα οποία να αποδεικνύεται ότι πληροί τις απαιτούμενες προϋποθέσεις τόσο κατά το χρονικό σημείο υποβολής της προσφοράς όσο και κατά τον χρόνο ανάδειξης αυτού σε προσωρινό ανάδοχο. Το ΕΕΕΣ λειτουργεί στο στάδιο υποβολής της προσφοράς ως προκαταρκτική μόνο απόδειξη προς αντικατάσταση των πιστοποιητικών που εκδίδουν δημόσιες αρχές ή τρίτα μέρη. Ο διαγωνιζόμενος όμως που ανακηρύσσεται προσωρινός ανάδοχος έχει υποχρέωση να προσκομίσει, στο μεταγενέστερο αυτό στάδιο, αποδεικτικά στοιχεία για την συνδρομή των απαιτούμενων προϋποθέσεων, τα οποία ανάγονται αφενός στον χρόνο υποβολής της προσφοράς του και αφετέρου στον χρόνο ανακήρυξής του σε προσωρινό ανάδοχο.

 Κατά τις διατάξεις των άρθρων 284 και 309 του ν. 4412/2016: Στους αναθέτοντες φορείς παρέχεται η δυνατότητα να απαιτούν από τους διαγωνιζόμενους οικονομικούς φορείς την υποβολή πιστοποιητικού που έχει εκδοθεί από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ως αποδεικτικό μέσο για την τεκμηρίωση της συμμόρφωσης των οικονομικών φορέων και των προσφερομένων εκ μέρους τους υπηρεσιών προς τις τεχνικές προδιαγραφές, τα πρότυπα και τα κριτήρια ανάθεσης της διακήρυξης ή τους όρους εκτέλεσης της υπό ανάθεση σύμβασης. Προς διασφάλιση του αναγκαίου βαθμού αξιοπιστίας και διαφάνειας της λειτουργίας τους, οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκδίδουν τα πιστοποιητικά αυτά απαιτείται να είναι διαπιστευμένοι [βλ. άρθρα 284 παρ. 1 και 309 παρ. 1 ν. 4412/2016 και τις αντίστοιχες διατάξεις της οδηγίας]· κατά τους ρητούς δε ορισμούς του άρθρου 284 του ν. 4412/2016, ο οργανισμός ο οποίος πραγματοποιεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης πρέπει να είναι διαπιστευμένος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) 765/2008. Όταν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης ζητά διαπίστευση, την ζητά, κατ’ αρχήν, από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του κράτους-μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο οργανισμός αξιολόγησης, υπό την επιφύλαξη συνδρομής των προϋποθέσεων του άρθρου 7 του κανονισμού για τη “διασυνοριακή διαπίστευση”, και δεν επιτρέπεται ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λάβει διαπίστευση από εγκατεστημένο σε τρίτο κράτος οργανισμό, προκειμένου να ασκήσει τη δραστηριότητά του στο έδαφος της Ένωσης, ακόμη και όταν ο οργανισμός διαπίστευσης του τρίτου κράτους διαθέτει πιστοποίηση περί του ότι πληροί τα διεθνή πρότυπα για την άσκηση της δραστηριότητας διαπίστευσης και έχει προβεί σε σύναψη συμφωνιών περί αμοιβαίας αναγνώρισης στο πλαίσιο διεθνών φορέων οι οποίοι έχουν τον χαρακτήρα ένωσης προσώπων. Οι ανωτέρω προϋποθέσεις για τη διαπίστευση ισχύουν, για την ταυτότητα του δικαιολογητικού λόγου, και για τους οργανισμούς οι οποίοι εκδίδουν πιστοποιητικά που βεβαιώνουν τη συμμόρφωση των διαγωνιζόμενων οικονομικών φορέων με πρότυπα διασφάλισης ποιότητας, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 309 του ν. 4412/2016 το οποίο απαιτεί πιστοποίηση από διαπιστευμένους οργανισμούς, καίτοι το άρθρο αυτό δεν παραπέμπει ρητώς στον κανονισμό 765/2008. Συνεπώς, οι οικονομικοί φορείς οφείλουν να προσκομίζουν, ως αποδεικτικά μέσα προς απόδειξη της συμμόρφωσής τους με τα απαιτούμενα πρότυπα-συστήματα διασφάλισης ποιότητας, πιστοποιητικά εκδιδόμενα από φορείς διαπιστευμένους σύμφωνα με τον κανονισμό 765/2008.