Δευτέρα 28 Δεκεμβρίου 2015

29/2015 Διοικητικού Πρωτοδικείου Αγρινίου



Αριθμός 29/2015

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΣΕ ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ
__________________

           Σήμερα στις 4 Νοεμβρίου 2015, ημέρα Τετάρτη και ώρα 17.00 συνήλθε στο κατάστημα του Συμβουλίου της Επικρατείας και στην αίθουσα συνεδριάσεων της Ολομελείας αποτελούμενο από τα μέλη του:
Νικ. Σακελλαρίου, Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, Πρόεδρο, Αθ. Ράντο, Ε. Σάρπ, Ν. Μαρκουλάκη, Μ. Καραμανώφ, Αικ. Σακελλαροπούλου,
Ι. Γράβαρη, Αντιπροέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας και τους Συμβούλους Γ. Παπαγεωργίου, Ι. Μαντζουράνη, Αικ. Χριστοφορίδου,
Δ. Αλεξανδρή, Μ.-Ελ. Κωνσταντινίδου, Α.-Γ. Βώρο, Π. Ευστρατίου,
Γ. Ποταμιά, Μ. Γκορτζολίδου, Ε. Νίκα, Ε. Αντωνόπουλο, Σπ. Μαρκάτη, Π. Καρλή, Α. Ντέμσια, Φ. Ντζίμα, Σπ. Χρυσικοπούλου, Μ. Παπαδοπούλου, Δ. Κυριλλόπουλο, Ά. Καλογεροπούλου, Ε. Κουσιουρή, Ο. Ζύγουρα, Β. Ραφτοπούλου, Κ. Φιλοπούλου, Θ. Αραβάνη, Κ. Πισπιρίγκο, Α. Χλαμπέα,
Τ. Κόμβου, Β. Αναγνωστοπούλου - Σαρρή, Π. Μπραΐμη, Π. Χαμάκο,
Ηλ. Μάζο, Α.-Μ. Παπαδημητρίου, Χρ. Ντουχάνη, Β. Κίντζιου, Θ. Τζοβαρίδου, Ε. Παπαδημητρίου, Κ. Νικολάου, Β. Πλαπούτα, Δ. Εμμανουηλίδη,
Ο. Παπαδοπούλου, Μ. Σωτηροπούλου και Ι. Σύμπλη. Τα λοιπά μέλη, αν και προσκλήθηκαν, δεν εμφανίσθηκαν, γιατί είχαν κώλυμα. Παρέστη επίσης η Γραμματέας Μ. Παπασαράντη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης της Γραμματείας του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Θέμα της συζήτησης, σύμφωνα με την πρόσκληση του Προέδρου, ήταν η έγκριση της υπ’ αριθμ. 2/2015 αποφάσεως της Ολομέλειας του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αγρινίου.
           Το Συμβούλιο άκουσε την εισηγήτρια της υποθέσεως, Σύμβουλο Επικρατείας, Μ. Παπαδοπούλου.
Σ κ έ φ θ η κ ε   κ α τ ά   τ ο ν   Ν ό μ ο
           1. Επειδή, με το 976/29.5.2015 έγγραφο της Προϊσταμένης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αγρινίου υπεβλήθη στο Συμβούλιο της Επικρατείας προς έγκριση, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, η 2/2015 απόφαση της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αγρινίου, με την οποία επιχειρείται η τροποποίηση του ισχύοντος κανονισμού εσωτερικής υπηρεσίας του εν λόγω δικαστηρίου, συνοδευόμενη από τα από 9.12.2014 και 21.4.2015 πρακτικά των οικείων συνεδριάσεων της Ολομέλειας των Δικαστών του ίδιου ως άνω δικαστηρίου. Ήδη κατόπιν της από 27.10.2015 προσκλήσεως του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, η απόφαση αυτή εισάγεται προς έγκριση.
           2. Επειδή, κατά το στοιχ. Α΄ παρ. 1 του άρθρου 17 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών (Κ.Ο.Δ.Κ.Δ.Λ.), που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 1756/1988 (Α΄ 35), όπως ισχύει, «… κάθε δικαστήριο ή εισαγγελία … καταρτίζουν κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας, ο οποίος συμπληρώνεται, τροποποιείται ή αντικα­θίσταται, όταν επιβάλλεται από υπηρεσιακές ανάγκες», ενώ, κατά την παρ. 4 του αυτού στοιχείου και άρθρου, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 παρ. 1 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51) «Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο Γενικός Επίτροπος της Επικρατείας των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και ο Πρόεδρος του οικείου Συμβουλίου Επιθεώρη­σης έχουν δικαίωμα να ζητήσουν τη σύνταξη, συμπλήρωση, τροποποίηση ή αντικατάσταση κανονισμού, του οικείου δικαστηρίου και δικαιοδοτικού κλάδου». Στην παρ. 5 του αυτού στοιχείου και άρθρου ορίζεται ότι: «Οι ανωτέρω κανονισμοί ορίζουν τα τμήματα των δικαστηρίων και των εισαγγελιών, τον τρόπο συγκρότησής τους, τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων καθεμιάς δικασίμου, την κατανομή των υποθέσεων στα τμήματα, το χρονικό διάστημα που θα υπηρετούν οι δικαστές στα τμήματα, καθώς και οποιοδήποτε ζήτημα ανάγεται στην εσωτερική οργάνωση των υπηρεσιών και στην εύρυθμη διεξαγωγή των εργασιών τους». Τέλος, κατά την παρ. 7, όπως η παράγραφος αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 86 του ν. 4055/2012 (Α΄ 51), «Οι κανονισμοί και οι τροποποιήσεις τους υποβάλλονται αμέσως στις οικείες ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων, οι οποίες έχουν δικαίωμα συμπλήρωσης, τροποποίησης ή ακύρωσης αυτών, ως προς όλα τα σημεία και ειδικότερα ως προς τον αριθμό των δικασίμων και των υποθέσεων που προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο. Οι κανονισμοί ισχύουν μόνο μετά την τελική έγκρισή τους από τις ολομέλειες των ανώτατων δικαστηρίων και αφού διαβιβαστούν στον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως».
           3. Επειδή, όπως έχει ήδη γίνει δεκτό (Πρακτικά Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας σε συμβούλιο 13, 6, 9, 15/2015, 10, 12/2012, 5, 6, 8, 21/2013, 3, 6, 15, 16α/2014), η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας σε συμβούλιο, ελέγχοντας υποβαλλόμενο προς έγκριση κανονισμό εσωτερικής υπηρεσίας τακτικού διοικητικού δικαστηρίου, έχει την αρμοδιότητα, χωρίς να υποκαθίσταται στην κρίση των δικαστών της Ολομελείας του οικείου δικαστηρίου, να ελέγχει κατά πόσο συγκεκριμένες ρυθμίσεις του κανονισμού, και ιδίως αυτές που συνάπτονται με το σκοπό της εύρυθμης και αποτελεσματικής λειτουργίας του δικαστηρίου από πλευράς ταχείας διεκπεραιώσεως των εισαγόμενων σ’ αυτό υποθέσεων, εξυπηρετούν τον εν λόγω σκοπό και να υποδεικνύει την προσθήκη σχετικών ρυθμίσεων. Εξάλλου, οι ανωτέρω  διατάξεις δεν απονέμουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας γνωμοδοτική απλώς αρμοδιότητα, είτε σε σχέση με τις ευθέως υποβαλλόμενες προς κρίση διατάξεις κανονισμού είτε σε σχέση με άλλες διατάξεις υφιστάμενων κανονισμών, για τις οποίες ειδικώς κρίνεται ότι, λόγω συναφείας, το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει αρμοδιότητα διατυπώσεως παρατηρήσεων. Οι διατυπούμενες παρατηρήσεις είναι από τη φύση τους δεσμευτικές ως προς την υποδεικνυόμενη κατεύθυνση και το προτεινόμενο βασικό περιεχόμενο των προς θέσπιση ρυθμίσεων ή τροποποιήσεων. Περαιτέρω, κατά την έννοια των ίδιων διατάξεων, δεν είναι επιτρεπτή η αντικατάσταση ή τροποποίηση θεσπισμένων ήδη κανονισμών δικαστηρίων, με την εισαγωγή ρυθμίσεων, που οδηγούν, αμέσως ή εμμέσως, σε επιβράδυνση του ρυθμού εκδικάσεως των υποθέσεων. Κατ’ ακολουθίαν, δεν πρέπει να εισάγονται ρυθμίσεις με αντικείμενο τη μείωση του αριθμού δικασίμων ή του αριθμού των υποθέσεων, οι οποίες προσδιορίζονται σε κάθε δικάσιμο, καθώς και εκείνων, τις οποίες χρεώνεται κάθε δικαστής. Αντιθέτως, ενδείκνυται, έστω και προσωρινά, μέχρι τον ουσιώδη περιορισμό της εκκρεμότητας κάθε δικαστηρίου, η αύξηση των ανωτέρω αριθμών (βλ. Πρακτικά 10, 12/2012, 21/2013 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας σε Συμβούλιο). Και ναι μεν, σε περίπτωση τροποποιήσεως υφισταμένου ήδη κανονισμού, ο σχετικός έλεγχος περιορίζεται, κατ’ αρχήν, μόνον στις υποβαλλόμενες προς έγκριση τροποποιητικές ρυθμίσεις, δεν αποκλείεται, όμως, στο πλαίσιο εξετάσεως της συμβατότητας των ρυθμίσεων αυτών προς τον ανωτέρω σκοπό, εν όψει και της αλληλεξάρτησης όλων των συναφών ρυθμίσεων ενός κανονισμού, να διατυπώνονται από την Ολομέλεια παρατηρήσεις και για τις λοιπές αυτές συναφείς διατάξεις (βλ. Πρακτικό 10/2012), περαιτέρω δε, να υποδεικνύεται η προσθήκη ρυθμίσεων που εξυπηρετούν τον ως άνω σκοπό της ταχείας διεκπεραιώσεως των υποθέσεων.
           4. Επειδή, με την 2/2015 απόφαση της Ολομέλειας των Δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αγρινίου, που συγκλήθηκε μετά το 3573/ 22.10.2014 έγγραφο της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων προς την Προϊσταμένη Πρόεδρο του εν λόγω Διοικητικού Πρωτοδικείου επιχειρείται η τροποποίηση - συμπλήρωση του ισχύοντος Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του δικαστηρίου αυτού (2/2011 απόφαση της Ολομέλειας του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αγρινίου,  Β΄ 2155/27.9.2011). Η υποβαλλόμενη τροποποίηση αφορά τις παραγράφους 3 και 4, καθώς και το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του ισχύοντος Κανονισμού και αναφέρεται αντιστοίχως στον αριθμό των υποθέσεων των δικασίμων, τον αριθμό της ανά δικαστή ετήσιας χρεώσεως  και την αναδιατύπωση της ρυθμίσεως που αφορά τον προσδιορισμό των υποθέσεων κατά προτίμηση. Με την ως άνω 2/2015 απόφαση εγκρίθηκε η τροποποίηση του Κανονισμού εν όλω ως προς τις προταθείσες ρυθμίσεις υπό στοιχεία δ, ε, στ του εν λόγω 3573/22.10.2014 εγγράφου της Γενικής Επιτρόπου της Επικρατείας των Τακτικών Διοικητικών Δικαστηρίων, και εντάχθηκαν στον Κανονισμό αυτούσιες οι σχετικές με την αναβολή των υποθέσεων λόγω της αποχής ή απεργίας σε άλλη (ακόμη και εμβόλιμη) δικάσιμο, χωρίς αυτές να θεωρούνται πρωτοείσακτες, τον υπολογισμό των υποθέσεων σε επιγενόμενη χρέωση σε περίπτωση μη συμμετοχής δικαστή σε μία δικάσιμο του τμήματός του για οποιονδήποτε λόγο και σε περίπτωση μακράς αναρρωτικής άδειας και τη χρέωση των παρέδρων. Επομένως, οι προτεινόμενες κατά το μέρος αυτό ρυθμίσεις δεν προκαλούν παρατηρήσεις και πρέπει να εγκριθούν. Αντιθέτως, η προτεινόμενη με την παρ. 3 του άρθρου 2 του Κανονισμού ρύθμιση ως προς τον αριθμό των ανατιθέμενων σε κάθε δικαστή υποθέσεων, σύμφωνα με την οποία, «Εκτός του αριθμού των κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών … προσδιοριζομένων υποθέσεων, ο αριθμός των υποθέσεων ορίζεται σε τουλάχιστον 18 υποθέσεις, ανά δικαστή το μήνα…» δεν πρέπει να εγκριθεί, κατά τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη, σύμφωνα με τα οποία ο ελάχιστος αριθμός των 20 υποθέσεων πρέπει να τηρείται απαρεγκλίτως. Κατόπιν τούτου πρέπει  να ορισθεί ότι η μηνιαία χρέωση ανά Πρωτοδίκη ανέρχεται σε τουλάχιστον είκοσι (20) υποθέσεις, ενώ σε κάθε Πρωτοδίκη ανατίθενται τουλάχιστον 10 υποθέσεις κατά τη δικάσιμο των τμημάτων των δικαστικών διακοπών, κατά αντίστοιχη τροποποίηση του άρθρου 2 παρ. 3 εδ. β΄ του ισχύοντος Κανονισμού (Πρακτικό 5/2015). Κατά τα λοιπά, πρέπει να εγκριθούν οι προτεινόμενες συμπληρωματικές ρυθμίσεις της παρ. 3 του άρθρου 2 σύμφωνα με τις οποίες συνυπολογίζονται στον κατώτατο αριθμό υποθέσεων ανά δικαστή, οι αιτήσεις συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων και οι αιτήσεις για δίκαιη ικανοποίηση των διαδίκων, κατά το ήμισυ δε οι υποθέσεις του άρθρ. 126 Α του ΚΔΔ και 34 Α του π.δ/τος 18/1989, ενώ δεν θα συνυπολογίζονται οι αιτήσεις διορθώσεως ή ερμηνείας αποφάσεων. Σημειώνεται ότι υπάρχει η δυνατότητα συνυπολογισμού κατά το ήμισυ και των αιτήσεων προσωρινής δικαστικής προστασίας, ανεξαρτήτως αριθμού αυτών, προς τις οποίες όμως δεν εξομοιώνονται οι κατ’ άρθρ. 76 παρ. 3 ν. 3386/2005, υποθέσεις αντιρρήσεων αλλοδαπών που δεν μπορούν να συνυπολογίζονται ούτε κατά το ήμισυ. Εξάλλου, μετά  τον ορισμό του ελαχίστου αριθμού υποθέσεων ανά δικαστή το μήνα σε 20, πρέπει να τροποποιηθεί εν μέρει και η προτεινόμενη ρύθμιση για τον καθ’ υπέρβαση προσδιορισμό συζητήσεων υποθέσεων σε επείγουσες περιπτώσεις, «καθ’ υπέρβαση των 20 υποθέσεων» και όχι των 18.  Εξάλλου, η προτεινόμενη ρύθμιση, κατά την οποία «στον ως άνω αριθμό των υποθέσεων που προσδιορίζονται περιλαμβάνονται και οι υποθέσεις που έχουν ήδη αναβληθεί από το προηγούμενο δικαστικό (έτος) κατά το μέρος που υπερβαίνει σε αριθμό, συνολικά κατ’ έτος ποσοστό 20% επί του ελάχιστου ορίου των 180 υποθέσεων ανά δικαστή.», δεν μπορεί να εγκριθεί διότι με τον τρόπο αυτό παραβιάζεται ο κατά τα ανωτέρω επιβαλλόμενος  ελάχιστος αριθμός χρέωσης. Περαιτέρω, εγκρίνεται, ως έχει, η προτεινόμενη ρύθμιση για τον καθ’ υπέρβαση προσδιορισμό ομοίων υποθέσεων ή υποθέσεων με ζητήματα επιλυθέντα αμετακλήτως. Τέλος, η παραγρ. 4 του ως άνω άρθρου 2 του Κανονισμού  πρέπει να τροποποιηθεί και να οριστεί ότι εφεξής ο προσδιορισμός των υποθέσεων ανά δικάσιμο και η συνακόλουθη χρέωση των δικαστών θα γίνεται κατά τρόπο ώστε η ανά Πρωτοδίκη χρέωση να μην είναι κατώτερη από τις 210 υποθέσεις ετησίως (αντί των 180), ενώ, κατά τα λοιπά, η προτεινόμενη ρύθμιση αναφορικά με το συνυπολογισμό στον ελάχιστο ετήσιο αριθμό υποθέσεων, μπορεί να προσαρμοσθεί σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω σχετικά με την μηνιαία χρέωση των δικαστών.
Διά  ταύτα
           Εγκρίνει, εν μέρει, την εισαγόμενη με την 2/2015 απόφαση της Ολομέλειας των δικαστών του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αγρινίου τροποποίηση του Κανονισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας του δικαστηρίου αυτού και αναπέμπει την απόφαση στο ίδιο όργανο για τροποποίηση και συμπλήρωση κατά το σκεπτικό.
           Για την πιστοποίηση των ανωτέρω συντάσσεται το παρόν πρακτικό.
               Ο Πρόεδρος                                                   Η Γραμματέας


           Νικ. Σακελλαρίου                                             Μ. Παπασαράντη